Καλησπέρα σας,
Είμαι ο Δημήτρης Σταράκης, είμαι ψυχολόγος και σήμερα θα μιλήσουμε για την επιστροφή στη νέα καθημερινότητα μετά την καραντίνα.
Δεν πάει πολύς καιρός από τότε που τα είπαμε μέσω διαδικτύου και θυμάστε ότι είχαμε μιλήσει για την κοινωνική αποστασιοποίηση, μέσα σε ένα φαινόμενο το οποίο μπήκε γρήγορα στη ζωή μας, μας την αιφνιδιαστικά και μας έφερε αντιμέτωπους με μία προσπάθεια για μία προσαρμογή σε εντελώς νέα δεδομένα. Τούτη τη στιγμή που μιλάμε έχουμε την άρση των περιοριστικών μέτρων, έχουμε το νου μας στο να προσέξουμε και τώρα προσπαθούμε να χτίσουμε μια νέα καθημερινότητα, με το φαινόμενο που άλλαξε τη ζωή μας, ένα φαινόμενο που δεν είχαμε αντιμετωπίσει ποτέ ξανά.
Το βασικό χαρακτηριστικό αυτής της νέας καθημερινότητας είναι ότι μας προκαλεί ανάμεικτα συναισθήματα. Δεν είναι λίγοι οι άνθρωποι οι οποίοι μου λένε ότι στην αρχή των περιοριστικών μέτρων, ένιωσαν ένα φόβο, ένιωσαν μια ανησυχία, τρόμαξαν, αιφνιδιάστηκαν. Μπορεί να μην είχαν όλες οι αντιδράσεις ένα αρνητικό πρόσημο, αλλά ήταν σίγουρα κάτι το αιφνιδιαστικό. Μέσα σ’ όλο αυτό το διάστημα, λοιπόν, χτίσαμε τη δική μας καθημερινότητα, είχαμε τις δύσκολες στιγμές αλλά είχαμε και τις όμορφες στιγμές. Όλα αυτά μαζί, συνθέτουν τον ανθρώπινο ψυχισμό. Βγαίνοντας απ’ αυτή την κατάσταση, λοιπόν, προσπαθώντας να χτίσουμε ξανά μία συνήθεια μία ρουτίνα, ερχόμαστε αντιμέτωποι, συχνά- πυκνά, με αντίθετου χαρακτήρα συναισθήματα μέσα μας. Αυτό το φαινόμενο το ονομάζουμε αμφιθυμία.
Η αμφιθυμία είναι η ύπαρξη αντιθετικών συναισθημάτων όσον αφορά μια κατάσταση, μία ερμηνεία που δίνουμε, μία επαφή μας με έναν άνθρωπο. Δεν είναι καθόλου απίθανο να βιώνουμε αυτή την κατάσταση μέσα στη νέα καθημερινότητα μετά από την άρση των περιοριστικών μέτρων. Για παράδειγμα, πολλοί εμάς περιμέναμε να συναντήσουμε τους συγγενείς μας, να δούμε αγαπημένα πρόσωπα όποια ώρα της μέρας θέλαμε. Διαπιστώνουμε, λοιπόν, πολλοί από εμάς ότι κάτι έχει λείψει και πολύ γρήγορα.
Θέλω να σας πω ότι η αμφιθυμία που μπορεί να βιώνεται είναι απολύτως φυσιολογική. Γιατί η αμφιθυμία είναι χαρακτηριστικό της ψυχικής μας κατάστασης. Πολύ δύσκολα μόνο αγαπάμε ή μόνο μισούμε. Πολύ δύσκολα έχουμε μία επαφή στην οποία αισθανόμαστε μόνο θετικά ή μόνο αρνητικά συναισθήματα. Πολλές φορές έχουμε τη σχέση της μητέρας ή του πατέρα, στην καθημερινότητα, μέσα στην επαφή που υπάρχει, μπορούμε να αισθανθούμε ότι δεν θέλουμε να δούμε το ίδιο μας το παιδί. Μπορούμε να του μιλήσουμε πάρα πολύ άσχημα ή πάρα πολύ γλυκά. Η αμφιθυμία, το να υπάρχουν δηλαδή, διάφορα συναισθήματα τα οποία να είναι ετερόκλητα, να μην είναι τα ίδια, είναι κάτι το οποίο θα μας συνοδεύει σε όλη μας τη ζωή.
Έτσι, λοιπόν, δεν είναι περίεργο να αρχίσουν να σας λείπουν κάποια πράγματα τα οποία κάνατε στην περίοδο του περιορισμού των μετακινήσεών μας. Για παράδειγμα, αρκετοί από τους ανθρώπους που έβγαιναν για περπάτημα, δεν το έκαναν πριν τα περιοριστικά μέτρα. Αυτό είναι κάτι που δείχνει ότι αρκετές και αρκετοί από εμάς, μέσα στην καραντίνα, βρήκαμε κάποιες κλείσεις, κάποια πράγματα που μας αρέσουν. Μείναμε με τον εαυτό μας, σκεφτήκαμε, αλλάξαμε τους ρυθμούς της ζωής μας, ενδεχομένως να ηρεμήσαμε, να βιώσαμε και δύσκολες στιγμές, αλλά μοιάζει να κατακτήσαμε κάποια πράγματα απ’ αυτή τη νέα κατάσταση. Πρέπει, λοιπόν, να σκεφτόμαστε ότι κάποια απ’ αυτά τα πράγματα ή θα τα χάσουμε ή ότι χρειάζεται να βρούμε έναν τρόπο, κάπως να τα κρατήσουμε και να τα προσαρμόσουμε στη νέα μας καθημερινότητα. Την ίδια στιγμή, ενώ χτίζουμε τη νέα καθημερινότητα, η αβεβαιότητα και η ανασφάλεια δεν έχει φύγει. Μπορεί τα περιοριστικά μέτρα που είχαμε να χαλάρωσαν, αλλά αυτό που δεν έχει χαλαρώσει είναι η σκέψη μας και η αβεβαιότητα για το μέλλον.
Πραγματικά είναι δύσκολο αυτό τη στιγμή, να σχεδιάσουμε έστω και πολύ απλά πράγματα. Για παράδειγμα, τις ενδεχόμενες διακοπές μας. Αυτό, για τον ψυχισμό, είναι κάτι δύσκολο. Ο άνθρωπος ο οποίος μοχθεί και προσπαθεί στην καθημερινή του ζωή, ο άνθρωπος ο οποίος βρίσκεται στη ρουτίνα του – η οποία είναι απαραίτητη και χρειάζεται, καθώς είναι αδύνατον καθημερινά να βιώνει κάτι εντελώς καινούριο, πρωτότυπο, ριζοσπαστικό όλοι χρειαζόμαστε μια μορφή ρουτίνας στη ζωή μας – σ’ αυτή την κατάσταση ερχόμαστε αντιμέτωποι με το γεγονός ότι δεν μπορούμε, έστω νοητά, να πλάσουμε ένα μέλλον το οποίο να θεωρήσουμε ότι μπορούμε να το κυνηγήσουμε βήμα – βήμα. Η αίσθηση ότι μπορώ να σχεδιάσω τ μέλλον μου είναι κάτι που εμένα μπορεί να με ανακουφίσει. Να μου δώσει δύναμη για το παρόν και να με κάνει να προσπαθήσω ακόμη περισσότερο. Όλη αυτή λοιπόν η ανακατωσούρα που ήρθε μας έχει κλονίσει, έστω και νοητά, το μέλλον μας.
Η πρώτη φράση που άκουσα από ανθρώπους, που μπήκαν στη νέα καθημερινότητα, ήταν «το πάμε σιγά – σιγά. Το πάμε βήμα – βήμα». Το «πάμε βήμα – βήμα» δείχνει ότι η ελπίδα δεν έχει πάψει να υπάρχει, απλά τα βήματα έχουν πλέον έναν άλλο ρυθμό στη σκέψη. Το να αλλάξει ο ρυθμός στα πλάνα μας, δεν σημαίνει ότι δεν έχουμε πλάνα. Σημαίνει, όμως, ότι προσαρμοζόμαστε σε μία συνθήκη η οποία μας δίνει κουράγιο για το τώρα, μας βάζει σε μία κατάσταση όπου μπαίνουμε σε μία διαδικασία να προσπαθήσουμε, να φροντίσουμε τον εαυτό μας και τους άλλους και να έχουμε μια μέριμνα στην καθημερινή μας ζωή και εν’ συνεχεία να εξετάσουμε τα δεδομένα τα οποία υπάρχουν γύρω μας, ώστε ν’ αρχίσουμε να χτίζουμε βήμα – βήμα τα επόμενά μας πλάνα.
Με αυτή τη νέα κατάσταση, επίσης, μείναμε και αρκετή ώρα μόνοι μας. Ακόμα κι αν είμασταν με ανθρώπους μαζί, στο ίδιο σπίτι, κάποια στιγμή χρειάστηκε να απομονωθούμε. Να κάνουμε τις σκέψεις μας, να κάνουμε την προσπάθεια να υπολογίσουμε κάποια πράγματα κάποια πράγματα με τον εαυτό μας. Νομίζω ότι ένα από τα μεγαλύτερα μαθήματα που πήραμε από αυτή την κατάσταση ήταν και απενοχοποίηση του «μένω μόνος μου». Ζούμε σε μία εποχή που θεωρούμε ότι κάτι πρέπει να κάνουμε συνέχεια για να μην μείνουμε μόνοι μας, γιατί μπορεί έρθουμε σε επαφή με ένα άγχος, με μία ανησυχία, με σκέψεις, που έστω και ασυνείδητα, θέλουμε ν’ αποφύγουμε. Αυτό ακριβώς το διάστημα μας έδειξε, ότι το να μείνει κάποιος μόνος ή μόνη μπορεί να είναι και κάτι δημιουργικό.
Είμαστε διάφορες πτυχές και, όπως συνηθίζω να λέω, οι άνθρωποι είναι καλειδοσκόπια. Δεν έχουν ποτέ μία μόνο επιφάνεια, δεν είναι μονοδιάστατοι, παρόλο που μπορεί να δείχνουν. Οι άνθρωποι είναι πολλά πράγματα μαζί και χρειάζεται να θυμόμαστε κάθε φορά ότι ακόμα και στην καθημερινότητα που καλούμαστε και πάλι να χτίσουμε δεν μπορούμε να είμαστε μόνο λυπημένοι, μόνο χαρούμενοι, μόνο θυμωμένοι, μόνο ήρεμοι. Ένα άλλο που μπορούμε να κρατήσουμε σ’ αυτή τη νέα καθημερινότητα είναι επίσης οι επαφές που είχαμε με τους ανθρώπους. Κάποιοι άνθρωποι μίλησαν περισσότερο με κάποιους ανθρώπους που δεν είχαν τη δυνατότητα να συναντούν ή να συνομιλούν. Μπορούμε και αυτή την επαφή να την διατηρήσουμε με έναν ρυθμό τον οποίο θα επιλέξουμε εμείς αλλά και οι άνθρωποι με τους οποίους συναναστρεφόμαστε. Πάντα κάτι θα μένει για να το κυνηγήσουμε και να το προσπαθήσουμε κι αυτό είναι το καύσιμο στην ενέργεια που χρειάζεται η ανθρώπινη δραστηριότητα στην πορεία της για τη ζωή.
Κλείνοντας την εισαγωγή μου θα ήθελα να κρατήσετε το εξής: Επειδή αυτή τη στιγμή μιλάμε για μια φρέσκια, μία νωπή και μία ανοιχτή κατάσταση, με νέα δεδομένα τα οποία έρχονται συνεχώς, σε σχέση μ’ αυτή την αόρατη απειλή. Η δυσφορία αυτής της κατάστασης παραμένει ακόμα και στη νέα καθημερινότητα. Αυτό φέρνει το εξής: Δεν έχουμε προλάβει ως άνθρωποι να επεξεργαστούμε αυτή τη στιγμή κάποιες απώλειες που είχαμε. Κάποια πράγματα δεν θα είναι τα ίδια όπως πριν, γιατί ποτέ δεν είναι τα ίδια πράγματα τα οποία βιώνουμε όπως τα βιώναμε πριν. Τώρα βρισκόμαστε σε μία κατάσταση που πρέπει ν’ αφήσουμε τον περιορισμό, να βρούμε έναν νέο βηματισμό και όπως είπα και πριν να βρούμε βήμα – βήμα πως να χτίσουμε τη νέα καθημερινότητα. Χρειάζεται να έχουμε στο μυαλό μας ότι η προσπάθειά μας αυτή δεν σταματά. Το γεγονός ότι υπάρχουν κάποιες στιγμές δυσφορίας δεν είναι κάτι παράλογο ούτε χρειάζεται να μας ξενίσει. Η συνειδητοποίηση αυτής της κατάστασης είναι πολύ σημαντική γιατί μπορεί να μας δυναμώσει και να μας δώσει αυτό που λέμε «τα ψυχικά εφόδια στην προσπάθειά μας».
Ερωτήσεις & Απαντήσεις
Είναι πάρα πολύ δύσκολο να μην αγχωθούμε, μπροστά σ’ αυτή τη νέα κατάσταση. Ο Jacques Lacan, ο διάσημος Γάλλος ψυχαναλυτής, έλεγε μάλιστα ότι το άγχος είναι το πιο αυθεντικό συναίσθημα. Είναι κάτι το οποίο έχει μία αυθεντικότητα. Δεν μπορείς να το αποφύγεις, θα το νιώσεις, θα το βιώσεις. Το άγχος προέρχεται πολλές φορές, από δικές μας εσωτερικές συγκρούσεις, αλλά μπορεί να προέλθει και από εξωτερικές καταστάσεις. Καμιά φορά είναι και τα δύο, είναι το άγχος που έχουμε εμείς μέσα μας σε συνδυασμό με το κάτι το οποίο έρχεται απ’ έξω. Σημασία έχει το πως ερμηνεύουμε εμείς τα πράγματα. Δηλαδή, ας πάρουμε για παράδειγμα το τραύμα. Είναι μια πολύ διαδεδομένη λέξη, προσπαθούμε στην καθημερινή μας ζωή, να βρούμε τρόπους, να προλάβουμε τις καταστάσεις, να μην τραυματίσουμε όπως λέμε τους ανθρώπους, τα παιδιά, στην πραγματικότητα όμως είναι κάτι το οποίο αυτός που το βιώνει θα το ερμηνεύσει ως τέτοιο. Για να έρθω στην ερώτησή σας, το άγχος μπορεί να παραχθεί κι από την αβεβαιότητα κι από μία κατάσταση την οποία μόλις σας περιέγραψα. Η προσπάθεια στην οποία μπαίνουμε στην καθημερινότητά μας, το να προσηλωθούμε σε έναν στόχο, σε μία ασχολία, το να θεωρήσουμε ότι αξίζει να προσπαθήσουμε για κάτι, ακόμα κι αν αυτό δεν ήμαστε σίγουροι ότι θα μας φέρει τα αποτελέσματα – γιατί όπως είπα και πριν δεν μπορούμε ποτέ, εκ των προτέρων, να είμαστε 100% σίγουροι – όμως η προσπάθειά μας και το να βρούμε πράγματα και στόχους για ν’ αρχίσουμε να δουλεύουμε πάνω σε αυτά είναι κάτι το οποίο μετριάζει αυτό το άγχος το οποίο μας έρχεται κάποιες φορές σε μεγαλύτερες ποσότητες, μέσα σ’ αυτή τη νέα καθημερινότητα.
Ένας ψυχολόγος πολύ δύσκολα θα σας απαντήσει τι είναι φυσιολογικό. Αυτό γιατί δεν υπάρχει ένας και μόνος ορισμός για τη φυσιολογικότητα. Σας απαντώ, λοιπόν, ότι βεβαίως και είναι φυσιολογικό κάτι το οποίο εσείς αισθάνεστε και πορεύεστε με αυτό, τη στιγμή που το αναγνωρίζετε στον εαυτό σας. Έχετε, μάλιστα, την ικανότητα να αναγνωρίσετε εσείς κάτι, το οποίο δεν είναι απαραίτητο να συμβαδίζει με αυτό που αισθάνονται οι υπόλοιποι γύρω σας. Επομένως, δεν μπορώ να σας απαντήσω γενικά τι είναι φυσιολογικό και τι όχι, αλλά ειδικά στην ερώτησή σας, αφού ερμηνεύετε εσείς έτσι τη δική σας εμπειρία μέσα στην καραντίνα, θέλω να σας πω ότι είναι απολύτως φυσιολογικό να αισθάνεστε αυτό που αισθάνεστε.
Το ευγενές ή το αγενές του πράγματος είναι κάτι που ορίζεται κοινωνικά. Λέμε για παράδειγμα στα παιδιά «πως κάθεσαι έτσι; Μάζεψε τα πόδια σου». Λέμε σε κάποιον άλλο «δεν μπορώ να μασουλάς έτσι. Με ενοχλεί ο ήχος που κάνεις». Όλα αυτά είναι κοινωνικοί ορισμοί, κάποιων αξιολογήσεων. Βεβαίως και μπορεί να σας φέρνουν σε μία αμηχανία, σε μία δύσκολη κατάσταση, γιατί όταν προσπαθήσετε να αποφύγετε έναν άνθρωπο ο άλλος μπορεί να ερμηνεύσει τη συμπεριφορά σας ως αγενή. Χρειάζεται, όμως, να θυμάστε ότι αυτή ακριβώς η συμπεριφορά γίνεται για κάποιον σκοπό. Γίνεται με στόχο να προφυλάξει και εσάς και τους άλλους με στόχο τη μετάδοση του ιού, ο οποίος μπορεί να μας βάλει σε μία περιπέτεια με την υγεία μας. Επομένως, η αγένεια είναι ένας κοινωνικός ορισμός και μία ερμηνεία συμπεριφοράς, αλλά έρχεται μέσα σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο που έχουμε πλέον, το οποίο μας λέει, ότι όσο κρατάμε τις αποστάσεις, τόσο καλύτερα είναι για την υγεία όλων μας.
Οι ηλικιωμένοι άνθρωποι, βρίσκονται σε μία κατάσταση καινούρια γι’ αυτούς, όπου ειδικά αν είχαν μάθει σε μια επαφή, σε μια άμεση φροντίδα, τότε αυτό, ενδεχομένως, να έχει αλλάξει σε μεγάλο βαθμό ή να έχει μεταμορφωθεί. Σίγουρα είναι μία δοκιμασία, αλλά δεν είναι μόνο οι ηλικιωμένοι που δοκιμάζονται. Αυτό που ενδεχομένως να μας απασχολεί περισσότερο, είναι τα στατιστικά στοιχεία που έχουνε, τα οποία δείχνουν ότι βρίσκονται σε μεγαλύτερη απειλή σε σχέση με άλλες ηλικιακές κατηγορίες, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι όλες οι υπόλοιπες ηλικιακές ομάδες δεν έχουν μία ευαλωτότητα για να προσληφθούν απ’ αυτόν τον ιό.
Θα σας πω ότι δεν είμαι μέντιουμ, επομένως, δεν μπορούμε ποτέ στους ανθρώπους, αν θα τους τύχει κάτι μετά. Συνήθως εμείς οι ψυχολόγοι ερχόμαστε ν’ ακούσουμε τους ανθρώπους όταν νιώθουν κάτι στο παρόν και να μας φέρουν και κάτι για το παρελθόν τους. Οπότε δεν έχω απάντηση να σας πω για το τι μπορείτε να νιώσετε μετά. Κρατώ, όμως και κρατήστε κι εσείς, αυτό που βιώσατε μέχρι σήμερα είναι αρκετά σημαντικό.
Τα παιδιά έχουν τον δικό τους τρόπο. Μπορεί να μην έχουν τη δυνατότητα να μιλήσουν τόσο πολύ, μπορεί να μην βρίσκουν τις κατάλληλες λέξεις για την ηλικία τους, ενδεχομένως να μην έχουν τόσο εμπλουτισμένο λεξιλόγιο ακόμα. Τώρα τα παιδιά, είτε συνεχίζουν τα μαθήματά τους από το σπίτι, οπότε ξεκινάει ένας νέος «βηματισμός» ή αν βρίσκονται σε μία ηλικία μεγαλύτερη στην οποία καλούνται να δώσουν εξετάσεις, να χρειάζεται να πηγαίνουν στο σχολείο. Και πάλι αυτή η κατάσταση μπορεί να σας δώσει τη δυνατότητα να χτίσετε κάποιες νέες σταθερές μέσα σ αυτήν την κατάσταση που την εξετάζουμε όλες και όλοι, προκειμένου ν’ αποκτήσουμε τις νέα μας ρουτίνα. Μπορείτε να οργανώσετε κάποιες συναντήσεις, τηρώντας πάντα τους κανόνες ασφαλείας. Τα παιδιά, μαθαίνουν ενδεχομένως και γρηγορότερα από εμάς, μπορεί να βιώνουν κάποιες καταστάσεις, να έχουν κάποια ξεσπάσματα, είναι κι αυτά άνθρωποι, όπως μάθαμε κι από τους πολύ μεγάλους παιδαγωγούς. Επομένως έχουν τη δυνατότητα, μέσα από την καθημερινότητα να χτίσουν κι αυτά τη ρουτίνα τους, να δουν και να ζυγίσουν τις νέες συνήθειες που μπορείτε να τους προτείνετε και τα νέα δεδομένα, δεν είναι παράλογα. Δυσφορούν κι αυτά αλλά συνάμα καταλαβαίνουν αυτή τη νέα συνθήκη στην οποία καλούμαστε να χτίσουμε τη νέα μας καθημερινότητα.
Δεν γνωρίσω αν στην ερώτηση αυτή έχετε τη δυνατότητα να επιλέξετε με βάση την ηλικία σας ή όχι… Κοιτάξτε, η ανησυχία που υπάρχει που υπάρχει από τους γονείς αλλά φαντάζομαι και από σας τον ίδιο/ίδια είναι σημαντική, είναι βάσιμη, αλλά από κει και πέρα το ζήτημα των διακοπών είναι σε εξέλιξη. Με λίγα λόγια δεν μπορούμε ακόμα να γνωρίζουμε τι θα γίνει με τις καλοκαιρινές διακοπές, αναγνωρίζω ότι απασχολεί πολλές και πολλούς από εσάς, το καταλαβαίνω, βρισκόμαστε μάλιστα και σε μία χώρα που το να κάνουμε διακοπές είναι μόλις ένα βήμα μακριά. Θα έλεγα να περιμένετε, να δείτε πως θα πάνε τα πράγματα, γιατί μπορεί η κατάσταση να έχει έναν τρόπο που μπορείτε να λάβετε τα μέτρα σας και να κάνετε τις διακοπές σας. Οι φετινές διακοπές, ενδεχομένως, να γίνουν με κάποια ανησυχία. Η ανησυχία στο να πάμε διακοπές δεν είναι μικρότερη από την ανησυχία του να βρεθούμε σ’ έναν κλειστό χώρο.
Αυτή η απώλεια αυτής της αλλαγής. Μια στενοχώρια είναι πολύ φυσιολογικό να υπάρχει. Όμως, τα πράγματα δεν έχουν τελειώσει, απλά έχουν αλλάξει. Μία ασχολία την οποία αποκτήσατε σ’ αυτή την κατάσταση του περιορισμού μπορείτε να την αναπροσαρμόσετε και να συνεχίσετε να την ακολουθείτε, ζυγίζοντας σ’ αυτό το διάστημα τα πράγματα, τροποποιώντας έτσι το πρόγραμμά σας για να μπορέσετε να την εντάξετε και αυτήν. Θα σας έλεγα ότι είναι πολύ σημαντικό που το ανακαλύψατε, μέσα σ’ αυτήν την κατάσταση του περιορισμού κι από κει και πέρα μπορείτε εσείς να δείτε με πιο ρυθμό γίνεται να τις κρατήσετε στην καθημερινότητά σας.
Η κόπωση, στην αλλαγή των ρυθμών, δεν είναι κάτι παράλογο, ούτε κάτι που ξαφνιάζει. Μπορεί να χρειαστεί ν’ αλλάξετε τον τρόπο και τις ώρες του ύπνου σας, ακόμα και το ρυθμό που είχε το σώμα σας. Κάθε νέα κατάσταση αποτελεί μία δοκιμασία, οπότε η κούραση και η ανάγκη προσαρμογής σ’ ένα νέο ρυθμό, δεν είναι καθόλου μα καθόλου παράλογη. Θα σας έλεγα να δώσετε χρόνο στον εαυτό σας και να κρίνετε εσείς τον τρόπο με τον οποίο θα ξεκουράζεται το σώμα και το πνεύμα σας. Δεν χρειάζεται σ’ αυτές τις πρώτες μέρες της επιστροφής στη νέα καθημερινότητα να φτάσετε τις αντοχές σας στα άκρα. Θα σας έλεγα ότι, γενικά το να φτάνετε τις αντοχές σας στα άκρα δεν είναι κάτι το επιθυμητό, αλλά ειδικά για να βρείτε τους ρυθμούς σας πρέπει να έχετε μία αξιολόγηση των πραγμάτων, να δείτε τι μπορεί να σας ξεκουράσει, τι μπορεί να σας αποσυμφορήσει και να σας δώσει έτσι τους ρυθμούς και την προσαρμογή έτσι ώστε αυτή η νέα κούραση να περιοριστεί.
Πολλές φορές όταν υπάρχει μία σύγκρουση, μία ένταση στο σπίτι και με τα παιδιά αλλά και με ενηλίκους και ερχόμαστε αντιμέτωποι με πλευρές του εαυτού μας, τις οποίες δεν θέλουμε να τις αναγνωρίζουμε και τόσο, γιατί είναι πολύ φυσιολογικό να υπάρχουν αλλά και να τις νιώθουμε. Δεν είναι παράλογο τους ανθρώπους που αγαπάμε και νοιαζόμαστε, ταυτόχρονα να αισθανθούμε κάποιες στιγμές ένταση και αρνητικά συναισθήματα προς αυτά. Συγκεκριμένα στα παιδιά, ακούω πολλές φορές μητέρες να μου λένε «νιώθω άσχημα και βιώνω αυτό το συναίσθημα για το παιδί μου και δεν μ’ αρέσει να το βιώνω». Στην πραγματικότητα αυτό είναι πάρα πολύ φυσιολογικό, γιατί όταν βρισκόμαστε σε μία ένταση είναι αναμενόμενο να μας βγουν αρνητικά συναισθήματα. Απλά κι εδώ έρχεται και η έννοια της ενοχής, επειδή ακριβώς γεμίζουμε έντονη ενοχή, αν αισθανθούμε έτσι για τα παιδιά μας, νομίζουμε και μπαίνουμε σε σκέψεις ότι δεν τα αγαπάμε. Στην πραγματικότητα, για να αγαπήσουμε τα παιδιά μας, με μεγαλύτερη ουσία, χρειάζεται ν’ αναγνωρίσουμε ότι υπάρχουν και φορές όπου θα νιώθουμε ανυπόφορα απέναντί τους. Θεωρούμε πολλές φορές ότι δεν χρειάζεται να φωνάξουμε στα παιδιά, ότι δεν χρειάζεται να δείξουμε την έντασή μας στα παιδιά, ότι καλό είναι να κάνουμε όλα τα χατίρια στα παιδιά, γιατί σε διαφορετική περίπτωση μπορεί να τα τραυματίσουμε. Θέλω να σας πω τ εξής: η τραυματική κατάσταση στον άνθρωπο είναι καταστατική. Δηλαδή, οι άνθρωποι, ούτως ή άλλως, σε κάποια στιγμή της ζωής τους ακόμα και στην παιδική θα τραυματιστούν. Απ’ όσο γνωρίζω από την εμπειρία μου, δεν υπάρχουν άνθρωποι δίχως τραύματα. Γιατί αν δεν είχαμε τραύματα δεν θα είχαμε καν ανθρώπους. Βεβαίως, δεν μπορούμε να είμαστε σε μία θέση αδιαφορίας και να λέμε ότι «αφού έτσι κι αλλιώς τραυματίζονται οι άνθρωποι, ας τους τραυματίσουμε». Δεν εννοώ αυτό. Χρησιμοποιώ αυτή την υπερβολή, όμως για να δείξω ότι, άθελά μας, μπορεί να τραυματίσουμε τον άλλον ναι. Στην πραγματικότητα, λοιπόν, οι άνθρωποι καταφέρνουν και πορεύονται στη ζωή τους μαζί με τους τραυματισμούς τους.
Αν κρίνω από τους ανθρώπους που επισκέπτονται τη χώρα μας, θα έλεγα ότι ναι ο ήλιος είναι ένας παράγοντας που μπορεί να μας βοηθήσει. Αλλά να μη γίνουμε σαν τον Δαίδαλο και τον Ίκαρο, δεν χρειάζεται να πλησιάσουμε τόσο κοντά έτσι ώστε να κάψει τα φτερά μας. Οπότε καλός είναι ο ήλιος με το δικό μας μέτρο και τα δικά μας όρια, προκειμένου να μας βγει κι αυτό σε καλό.
Είναι μια ερώτηση που αφορά την ορολογία. Θα προσπαθήσω να σας δώσω μία σύντομη απάντηση. Η ψυχική ανεκτικότητα είναι ένας όρος ο οποίος μας έχει έρθει τις τελευταίες δεκαετίες στην ψυχολογία και αφορά τις καταστάσεις εκείνες κατά τις οποίες το άτομο μπορεί να ανταπεξέλθει να προσαρμοστεί και να κάνει τις επιλογές του ακόμα κι όταν οι συνθήκες είναι στρεσογόνες, ψυχοπιεστικές και άρα δεν τον ευνοούν. Είναι ένας όρος τον οποίο τον μελετάμε τα τελευταία χρόνια, κάποιοι κλάδοι της ψυχολογίας κάνουν μελέτες γι’ αυτόν και ελπίζω να σας έδωσα την απάντηση. Με απλά λόγια είναι η ανθεκτικότητα που έχουν τα άτομα στο να προσαρμόζονται όταν οι συνθήκες γύρω τους δεν ευνοούν αυτή την προσαρμογή.
Σας ευχαριστώ πολύ. Κάπου εδώ τελειώσαμε και επιτρέψτε μου, επειδή κατάγομαι από την Κρήτη, να κλείσω το σημερινό live με μία μαντινάδα, την οποία την εκτίμησα αυτή την περίοδο που είμασταν σε περιορισμό. Λέει, λοιπόν:
Επλάνταξα στη μοναξιά
και σ’ έχω πεθυμήσει
Έλα ξανά, στα χείλη μου
το γέλιο να γυρίσει
Σας εύχομαι, λοιπόν, να είστε καλά, να έχετε τις συναντήσεις με τους ανθρώπους που θα γυρίσουν και πάλι το γέλιο στη ζωή σας.
Σας ευχαριστώ πολύ, μέχρι την επόμενη φορά που θα τα ξαναπούμε, να είστε καλά.