Η διατροφή της γυναίκας τόσο πριν, όσο και κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, είναι καθοριστική για την υγεία της ίδιας και του εμβρύου. Η φυσιολογική αύξηση του βάρους, η ισορροπία στη διατροφή και η ήπια άσκηση, μπορεί να ωφελήσουν σημαντικά και τη γυναίκα, αλλά και το έμβρυο, καθώς μειώνουν τους κινδύνους εμφάνισης επιπλοκών κατά τη διάρκεια της κύησης.

Με την πάροδο των μηνών της εγκυμοσύνης, συμβαίνουν σημαντικές αλλαγές και βιολογικές προσαρμογές στο σώμα μιας γυναίκας.  Αναπτύσσεται ο πλακούντας, παράγεται το αμνιακό υγρό και ο όγκος του αίματος αυξάνεται έως και 60%. Όλες αυτές οι αλλαγές συνεισφέρουν στη συνολική αύξηση του βάρους της εγκύου. Η αύξηση λοιπόν, του βάρους, είναι αναγκαία, φυσιολογική και επιθυμητή. Επιπλέον, εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό και από το βάρος που είχε η γυναίκα πριν μείνει έγκυος. Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δίδεται στις γυναίκες με πιο αυξημένο βάρος, καθώς υποθερμιδικά σχήματα και δίαιτες αδυνατίσματος, θα πρέπει  να αποφεύγονται. Σε γενικές γραμμές, κατά το 1ο μισό της εγκυμοσύνης η αύξηση θα πρέπει να είναι μέτρια, περίπου έως 4 με 5 κιλά, ενώ μετά τον 5ο μήνα, η αύξηση και ανάπτυξη του εμβρύου είναι μεγαλύτερη.

Σύμφωνα με τους περισσότερους οργανισμούς υγείας, καθώς και με τον Εθνικό Διατροφικό μας Οδηγό, οι ανάγκες της εγκύου σε ενέργεια και θρεπτικά συστατικά κατά το 1ο τρίμηνο, δεν διαφοροποιούνται ιδιαίτερα από τις διατροφικές συστάσεις κατά την αναπαραγωγική φάση. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας συστήνει μία μικρή αύξηση της ενεργειακής πρόσληψης της τάξεως των 70-80 θερμίδων/ημέρα. Για το 2ο και 3ο τρίμηνο της κύσης οι ανάγκες σε ενέργεια αυξάνονται κατά περίπου 300 θερμίδες την ημέρα, ενώ αυτή η αύξηση μπορεί να φτάσει και έως 500 θερμίδες, για ειδικές περιπτώσεις.

Όσον αφορά στην πρόσληψη των μακροθρεπτικών συστατικών, ιδιαίτερα των πρωτεϊνών, φαίνεται οτι οι ανάγκες αυξάνονται, κυρίως για να καλύψουν την ανάπτυξη των νέων ιστών. Στο 2ο μισό, λοιπόν, της κυήσεως, η επιπλέον πρόσληψη πρωτεϊνών φτάνει από 6 έως 31 γραμ. Για τους υδατάνθρακες δεν φαίνεται να υπάρχει συγκεκριμένη οδηγία, πέραν της καλής κατανομής τους κατά της διάρκεια της ημέρας. Ομοίως, οι συστάσεις για τα λιπαρά της διατροφής κατά την εγκυμοσύνη, δεν εστιάζουν στην ποσότητα, αλλά στην ποιότητα, με έμφαση στην επαρκή κάλυψη της πρόσληψης των απαραίτητων λιπαρών οξέων, δηλαδή των ω-3  και ω-6 λιπαρών οξέων. Για το λόγο αυτό, γίνονται ειδικές συστάσεις για την πρόσληψη συγκεκριμένων ξηρών καρπών και ειδών ψαριών.

Κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης η έγκυος χρειάζεται να προσλαμβάνει, μέσω της διατροφής, τις περισσότερες βιταμίνες και ιχνοστοιχεία, που είναι απαραίτητα για τη σωστή ανάπτυξη του εμβρύου, αλλά και για τη διατήρηση της υγείας της. Τα βασικά θρεπτικά συστατικά, συμπεριλαμβάνουν το φυλλικό οξύ, το ασβέστιο, τη βιταμίνη D, τον σίδηρο, το ιώδιο, ω-3 λιπαρά οξέα και τη βιταμίνη Β12. Για παράδειγμα, τρόφιμα, που είναι πολύ πλούσια σε φυλλικό οξύ, είναι τα πράσινα φυλλώδη λαχανικά (μπρόκολο, σπανάκι και ρόκα), ορισμένα όσπρια και ξηροί καρποί. Ιδιαίτερη προσοχή, χρειάζεται στην πρόληψη τροφιμογενών λοιμώξεων. ώστε να προστατεύσουν οι γυναίκες τον εαυτό τους και το έμβρυο από νόσηση (καλή πλύση λαχανικών, καλομεγειρεμένα φαγητά, αποφυγή μη παστεριωμένων γαλακτοκομικών/ τυριών).

Η διατροφή και το βάρος της εγκύου, κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, φαίνεται ότι μπορεί να επιδρούν στην υγεία του βρέφους και κατά την ενήλικη ζωή. Αν θέλουν, λοιπόν, οι μέλλουσες μητέρες να κάνουν μια υπέροχη περίοδο της ζωής τους, ακόμη πιο όμορφη και γεμάτη υγεία για τις ίδιες και το βρέφος, θα πρέπει να ενημερώνονται από τους ειδικούς και να επιλέγουν μόνο το καλύτερο.

Δρ. Ντορίνα Σιαλβέρα

Κλινικός Διαιτολόγος-Διατροφολόγος